Δευτέρα 8 Απριλίου 2019

Ο ευτυχισμένος θάνατος - Αλμπέρ Καμύ

''Με την αθωότητα στην καρδιά του δεχόταν τούτο τον πράσινο ουρανό κι αυτή τη νοτισμένη από έρωτα γη με την ίδια τρεμούλα πάθους και πόθου, όπως όταν σκότωσε τον Ζαγραίο με την αθωότητα στην καρδιά.''

Το βιβλίο με τίτλο ''Ο ευτυχισμένος θάνατος'' του Αλμπέρ Καμύ στον οποίο έχω ξανά αναφερθεί εδώ, αποτελεί ένα από τα αγαπημένα μου αναγνώσματα.

Για πολλά χρόνια θεωρούσα πως το χρήμα γενικότερα είναι κάτι κακό, και πως η δουλειά στα πλαίσια δουλείας, για να τονίσουμε και σωστότερα την λέξη, υπάρχει στη ζωή μας για να μας κρατάει δέσμιους, με το κεφάλι σκυφτό, μπρος σε όλα όσα συνθλίβουν τον άνθρωπο και την αξιοπρέπειά του.

Μα χάρη στο δημιούργημα αυτό, του φίλου κι αδερφού που πέθανε εδώ και κάποιες δεκαετίες Καμύ, ήρθε ως διά μαγείας το ερέθισμα ώστε να αρχίσω να επαναξιολογώ την έννοια του χρήματος και τη χρησιμότητά του. Το χρήμα, δεν αποτελεί κάτι από μόνο του. Το χρήμα είναι ένα εργαλείο. Κι όπως το μαχαίρι, που από τη μια μπορεί να κόψει το ψωμί και να ταΐσει στόματα, κι από την άλλη μπορεί σε ακατάλληλα χέρια να γίνει όπλο δολοφονίας, έτσι και το χρήμα, μπορεί να προκαλέσει καλό και κακό στον κόσμο μας.

Το χρήμα είναι μέσο, μέσω του οποίου, ανέκαθεν ανά τους αιώνες, οι άνθρωποι κατάφερναν να κάνουν ό,τι κατέβαινε στον νου τους. Αρκεί βέβαια να το κατείχαν.

Από την άλλη, ο ήρωας μέσα στο έργο, δεινοπαθεί κάνοντας μια δουλειά που δεν τον γεμίζει. Αυτό βέβαια δε σημαίνει πως η δουλειά είναι κάτι κακό. Ίσα-ίσα, η εργασία για να την πούμε σωστότερα, βοηθά τον άνθρωπο να αισθάνεται και να είναι δημιουργικός και χρήσιμος μέσα στην κοινωνία μας, κάτι το οποίο την καθιστά σχεδόν αναγκαία.

Το πρόβλημα όμως είναι ότι στις περισσότερες περιπτώσεις, ο άνθρωπος δεν ξέρει τι θέλει, αφού δεν ξέρει ποιος είναι καθώς το γνώθι σαυτόν στην καλύτερη το συναντά σε διαφημίσεις τύπου ''Αγόρασέ με για το καλό σου''. Κι όλο αισθάνεται πως βρίσκεται σε λάθος τόπο και χώρο, ζώντας σε λάθος χρόνο, με ένα κορμί που κι αυτό το βλέπει σαν ξένο και του είναι φόρτωμα, μα δεν είναι έτσι.

Υπάρχουν όμως κι άνθρωποι, που αναγνωρίζουν τον πυρήνα του είναι τους. Φτάνουν να δουν και να καταλάβουν τι είναι αυτό που θέλουν από τη ζωή τους. Και προσπαθούν να το κατορθώσουν, ζώντας μια ζωή με νόημα, μακριά απ'την κατάθλιψη και τα αρνητικά συναισθήματα. Είναι αυτοί που χαίρονται και καμαρώνουν για την εργασία που κάνουν. Είναι αυτοί που πιθανότατα τα χρήματα, αν τους έρθουν κι είναι πολλά, θα βρουν έναν καλύτερο τρόπο να τα αξιοποιήσουν βοηθώντας τον κόσμο, κι όχι σπαταλώντας τα δεξιά κι αριστερά σε ανούσια υλικά αγαθά.

Μέσα στο χρήμα κρύβονται οι χαμένες μας ώρες, όταν κάνουμε μια δουλειά που δε γουστάρουμε. Κρύβεται, επίσης, συσσωρευμένη δύναμη η οποία μας βοηθάει να επιβληθούμε στα άλλα αδέρφια μας όταν δεν την αξιοποιούμε σωστά. Κρύβονται ολόκληρες ζωές ανθρώπων που έζησαν πολλές φορές χειρότερα κι από ζώα. Είναι κινητήριος δύναμη στον κόσμο μας, και μακάρι να πήγαιναν εκεί που αξίζει.

Γι'αυτό, δεν είναι κακό να βρει κανείς χρόνο, μέσω του χρήματος, όταν θα το'χει και δε θα τρέχει για την απόκτησή του, ώστε να δημιουργήσει πραγματικά αυτά που θέλει να δει στον κόσμο. Δεν είναι κακό μέσω του χρήματος να κάνεις καλό στον κόσμο. Δεν τίθεται καν το θέμα: ο σκοπός αγιάζει τα μέσα. Γιατί το χρήμα αποτελεί κι ένα καλό και ηθικό για την κοινωνία μας μέσω.

Ο ήρωας του Καμύ, βρήκε τρόπο να βγάλει χρήματα, έστω μέσω μιας βοήθειάς του σε έναν άνθρωπο άτυχο απ'την ζωή. Χρειάστηκε για να τα αποκτήσει να σκοτώσει έναν φίλο, γιατί φίλος ήταν κι ας είχαν την ίδια ερωμένη, όταν αυτός του το ζήτησε, όντας ανάπηρος και μη ικανός να χαρεί όσα πραγματικά ήθελε απ'την ζωή του. Και κάπου εκεί ο Καμύ θέτει το ερώτημα κατά πόσο ήταν ηθική αυτή η πράξη, και μας κάνει σμπαράλια το μυαλό.

Έτσι, ο Μερσώ, που θυμίζει σε κάποια στοιχεία του τον συγγραφέα του, πως θα γινόταν κι αλλιώς, βρίσκεται στο σημείο να απελευθερωθεί οικονομικά. Μα, μην ξέροντας τι να κάνει, τριγυρίζει στη ζωή του και ψάχνει για την ευτυχία. Ίσως γιατί τα εύκολα αποκτημένα χρήματα τείνουν να σε καταστρέψουν. Ο Καμύ, ψάχνει την ευτυχία μακριά από τη δημιουργία. Και ζώντας σαν τον βασιλιά της ζούγκλας, ο ήρωάς του παλεύει λόγω της απραξίας μέσα στον νου του. Ψάχνοντας σε λάθος ζωές αυτό που είναι απλό για έναν χωρικό.

Τελικά, φτάνει στο σημείο να πείσει τον εαυτό του, όχι όμως και τον αναγνώστη, ότι βρήκε την ευτυχία, μακριά απ'τους ανθρώπους και την αυτοθυσία, βαθιά μέσα του, στην απομόνωση. Κι ο ποιητικός του θάνατος έρχεται να σφραγίσει ένα έργο που στο στοίχημα της αλήθειας του φαίνεται να χάνει.

Το κείμενο δεν μου αρέσει γιατί το βρήκα όμορφα γραμμένο και σωστό. Ίσα-ίσα, θεωρώ πως απέχει η ζωή που κάνει ο ήρωας απ'αυτή που έχει ανάγκη ο άνθρωπος. Δίνει όμως με περίτεχνο τρόπο τροφή για σκέψη στις ανήσυχες ψυχές που τολμούν να σκάψουν βαθύτερα μέσα τους. Τελικά, μου αρέσει γιατί με βοηθά κάθε φορά που το μελετώ να γίνομαι καλύτερος. Κι όπως το θέτει ο Καμύ μέσα στο κείμενο «Μέσα απ'αυτήν αγαπούσε τον εαυτό του, τη δύναμη και τη φιλοδοξία του να ζήσει».

Ο Καμύ στο έργο αυτό, αναρωτήθηκε πως θα μπορέσει ο άνθρωπος να ζήσει ευτυχισμένος ούτως ώστε ακόμη κι ο θάνατός του να είναι τέτοιος, εξού κι ο τίτλος. Εγώ όμως αναρωτιέμαι, γιατί έχει τόσο μεγάλη σημασία η ευτυχία και η ευδαιμονία κατ'επέκταση, δεν είναι σκοπός της ζωής απλά να τη ζούμε; Ή μήπως, το να τη ζούμε πάει να πει πως θα πρέπει να είμαστε κι ευτυχείς; Είπα να βάλω μια προσωπική νότα σε όλα αυτά κι ελπίζω εσύ φίλε ή φίλη μου να κλείσεις τα μάτια και να κοιτάξεις μέσα σου για την αλήθεια σου.

Θα παραθέσω μερικά αποσπάσματα απ'το βιβλίο, για να δείτε τι είναι ικανό να συλλάβει και να γράψει το ανθρώπινο πνεύμα στην ηλικία που βρίσκομαι κι εγώ τώρα, ντροπιασμένος που είμαι τόσο μικρός πνευματικά, μα τι να κάνεις...

~ «Φαίνεστε κουρασμένος», είπε.
   Από λεπτότητα, ο Μερσώ απάντησε μόνο:
   «Ναι, πλήττω», και μετά από λίγο σηκώθηκε, προχώρησε προς το παράθυρο και πρόσθεσε κοιτάζοντας έξω:
   «Έχω όρεξη να παντρευτώ, ν'αυτοκτονήσω ή να γραφτώ συνδρομητής στο Illustration. Με άλλα λόγια, να κάνω μια απεγνωσμένη κίνηση».
    Ο Ζαγραίος χαμογελάσε.
    «Είστε φτωχός, Μερσώ. Αυτό εξηγεί το μισό από την αηδία σας. Και το άλλο μισό το οφείλετε στην παράλογη ανοχή σας στη φτώχεια».

~ «Δεν μ'αρέσει να μιλώ σοβαρά. Γιατί τότε, για ένα μόνο πράγμα θα ήμασταν ικανοί να μιλάμε: τη δικαίωση που δίνουμε στη ζωή μας. Εγώ δε βλέπω με τι τρόπο θα μπορούσα να δικαιολογήσω στα μάτια μου τ'ακρωτηριασμένα πόδια μου».

Από την άλλη όμως λέει:

~ «Θα δεχόμουν ακόμα και το χειρότερο, τυφλός, μουγκός, ό,τι θέλετε, αρκεί μόνο να νιώθω στα σωθικά μου αυτή τη σκοτεινή και παθιασμένη φλόγα που είναι ο εαυτός μου και μάλιστα ο εαυτός μου ζωντανός».

~ «Κι εσείς, Μερσώ, με τέτοιο κορμί, το μόνο που οφείλετε είναι να ζήσετε και να είστε ευτυχισμένος».
   «Θ'αστειεύεστε», είπε ο Μερσώ. «Με το οκτάωρο στο γραφείο. Αχ, αν ήμουν ελεύθερος!»

~ «Ένα σώμα έχει πάντα το ιδεώδες που του αξίζει. Το συγκεκριμένο ιδεώδες του χαλικιού, αν μπορώ να το πω έτσι, χρειάζεται ένα κορμί ημίθεου για να το στηρίξει».

Και πόσο όμορφα συνεχίζει αλλού:

~ «Σας ζητώ συγνώμη, Ζαγραίε, μα πάει πολύς καιρός που δεν έχω μιλήσει για ορισμένα πράγματα. Έτσι λοιπόν δεν ξέρω πια ή δεν ξέρω ακριβώς. Όταν κοιτάζω τη ζωή μου και το κρυφό χρώμας της, αισθάνομαι μέσα μου κάτι σαν τρεμούλιασμα από δάκρυα. Όπως ετούτος ο ουρανός. Είναι συνάμα ήλιος και βροχή, μεσημέρι και μεσάνυχτα. Α, Ζαγραίε! Σκέφτομαι τα χείλη που φίλησα, το φτωχόπαιδο που υπήρξα, την τρέλα της ζωής και της φιλοδοξίας που με παρασέρνει κάποιες στιγμές. Είμαι όλα αυτά συγχρόνως. Κι είμαι σίγουρος πως μερικές φορές δεν θα με αναγνωρίζατε. Ακραίος στη δυστυχία, υπερβολικός στην ευτυχία, δεν ξέρω τι να πω».

~ «Έχω να κερδίσω τη ζωή μου. Η δουλειά μου, αυτό το οκτάωρο που άλλοι ανέχονται, για μένα είναι εμπόδιο».

Να'ταν μόνο για εσένα...

~ «Η αγάπη που νιώθουν οι άλλοι για μένα δεν με υποχρεώνει σε τίποτα».

Θα μπορούσε να ειδωθεί κι έτσι...

~ «Ένας άντρας κρίνεται πάντα από την ισορροπία που επιτυγχάνει ανάμεσα στις σωματικές του ανάγκες και στις πνευματικές απαιτήσεις του. Εσείς, τώρα, κρίνετε τον εαυτό σας, Μερσώ, και μάλιστα άσχημα. Δεν ζείτε καλά. Ζείτε σαν βάρβαρος».

~ «... τρώμε τη ζωή μας για να κερδίσουμε χρήματα, ενώ θα έπρεπε με τα χρήματα να κερδίζουμε το χρόνο μας».

~ «... το να έχεις χρήματα σημαίνει να ελευθερώνεσαι από το χρήμα».

~ «... όλα για την ευτυχία, ενάντια στον κόσμο που μας περιβάλλει με τη βλακεία και τη βία του».

Μήπως δεν είναι η βλακεία σχεδόν συνώνυμο της βίας κι αντίστροφα;

~ «... κι εκείνο που με τρομάζει στο θάνατο είναι η βεβαιότητα που θα μου φέρει ότι η ζωή μου καταναλώθηκε ερήμην μου. Στο περιθώριο, καταλαβαίνετε;»

~ Άκουγε τις χιλιάδες φωνές που τραγουδούσαν μέσα του την ευτυχία.

~ Διψούσε, πεινούσε για αγάπη, για απόλαυση, για φιλία.

~ Το μόνο που ήθελε ήταν να κρατά τη ζωή στα χέρια του.

~ Ακόμα και ο πόθος του, η έντονη επιθυμία όλης της σάρκας του προερχόταν ίσως απ'αυτό το αρχικό ξάφνιασμα να κάνει δικό του ένα ιδιαίτερα όμορφο κορμί, να το κυριαρχήσει και να το ταπεινώσει.

~ Αναγνώρισε, όσο τον αφορούσε, την ευκολία της λησμονιάς που χαρακτηρίζει αποκλειστικά το παιδί, τον μεγαλοφυή και τον αθώο. Αθώος, συγκλονησμένος από χαρά, κατάλαβε επιτέλους πως ήταν φτιαγμένος για την ευτυχία.

~ Ο κόσμος λέει πάντα μόνο ένα πράγμα. Και σε τούτη την υπομονετική αλήθεια που πάει από άστρο σε άστρο, στεριώνει μια ελευθερία που μας λυτρώνει από τους εαυτούς μας και από τους άλλους, όπως συμβαίνει και μ'αυτή την άλλη υπομονετική αλήθεια που πάει από το θάνατο στο θάνατο.

Σε αυτό έχω σημειώσει κι ένα μεγάλο S.O.S.:

~ «Μην παραιτηθείς ποτέ, Κατρίν. Έχεις τόσα πράγματα μέσα σου και το σπουδαιότερο όλων την αίσθηση της ευτυχίας. Μην περιμένεις μόνο τη ζωή από έναν άντρα. Να το σφάλμα πολλών γυναικών. Να την περιμένεις από τον εαυτό σου».

Και κάπου εδώ αισθάνομαι άσχημα για τον εαυτό μου:

~ Ο Μερσώ κοίταζε το κόκκινο και μαύρο επιβατικό πλοίο να βγαίνει αργά από τον πορθμό, ν'αναπτύσσει ταχύτητα και να κάνει μια μεγάλη στροφή προς τη φωτεινή γραμμή που άφριζε εκεί όπου έσμιγαν ο ουρανός με τη θάλασσα. Για όποιον κοιτάζει αυτούς που φεύγουν, σε κάθε αναχώρηση υπάρχει μια πικρή γλύκα.
   «Είναι τυχεροί», είπε η Λυσιέν.
   «Ναι», αποκρίθηκε ο Μερσώ.
   Σκεφτόταν όμως «όχι» ή, τουλάχιστον, δε φθονούσε αυτή την τύχη. Και γι'αυτόν τον ίδιο βέβαια, κάθε ξεκίνημα, κάθε αναχώρηση, κάθε καινούργια ζωή είχε πάντα τη γοητεία της. Ήξερε όμως ότι η ευτυχία δεν ήταν επακόλουθό τους παρά μόνο στο μυαλό των τεμπέληδων και των ανίκανων. Η ευτυχία προϋποθέτει μια επιλογή και μέσα σε τούτη την επιλογή μια συντονισμένη και νηφάλια θέληση. Σαν ν'άκουγε τον Ζαγραίο που έλεγε: «Όχι με τη θέληση της παραίτησης, αλλά με τη θέληση της ευτυχίας». Είχε περάσει το μπράτσο του γύρω από τους ώμους της Λυσιέν και στη φούχτα του ακουμπούσε το ζεστό και μαλακό στήθος της.

Τεμπέλης ή ανίκανος; Πάντως όχι και τόσο επαναστατικός...

Νομίζω πως πρέπει να το ξαναδιαβάσω τελικά.

Ορίστε και μια φωτογραφία.




Εκδόσεις «Καστανιώτη». Μετάφραση από την Νίκη Καρακίτσου - Ντουζέ και την Μαρία Κασαμπαλόγλου - Ρομπλεν.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Πρόσφατα

Τέλους Τίτλοι

Αλήθειες. Υπάρχουν πολλές από δαύτες στον κόσμο μας, και μια εξ αυτών είναι η ακόλουθη: κάθε τέλος σηματοδοτεί μια νέα αρχή. Υπάρχει όντω...

Δημοφιλείς